kerogen |
(στερεοί υδρογονάνθρακες αργιλικών σχιστόλιθων) Οργανική ουσία, με στερεά κηρώδη υφή που περιέχεται σε ιζηματογενή πετρώματα (αργιλικούς σχιστόλιθους). Από αυτά τα πετρώματα με θερμική επεξεργασία εξάγεται ένα είδος πετρελαίου.
Organic substance which yields oil when heated and extracted from oil shale. |
keystone species |
(είδος στυλοβάτης) Ένα είδος του οποίου ο ρόλος είναι απαραίτητος για την επιβίωση πολλών άλλων ειδών σε ένα οικοσύστημα.
A species whose role is essential for the survival of many other species in an ecosystem. |
Kyoto Protocol |
(Το Πρωτόκολλο του Κυότο) Μια διεθνής συμφωνία ανάμεσα στα ανεπτυγμένα κράτη για την άμβλυνση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Το Πρωτόκολλο του Κυότο υπογράφτηκε τον Δεκέμβριο του 1997 στο Κυότο της Ιαπωνίας.
An international agreement among the developed nations to curb greenhouse gas emissions. The Kyoto Protocol was forged in December 1997. |